Αναθεωρούνται οι όροι για τη χορήγηση των επιδομάτων παιδιού, του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και της στέγασης.

Κοινοποίησε το
Αναθεωρούνται οι όροι για τη χορήγηση των επιδομάτων παιδιού, του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και της στέγασης.
Οι δικαιούχοι βρίσκονται υπό εξέταση. Η ομάδα εργασίας του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας ερευνά την αναμόρφωση και τη διεύρυνση των όρων δικαιοσύνης στο σύστημα των επιδομάτων παιδιού, του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και της στέγασης. Στόχος της είναι η αποδοχή επιδομάτων από αυτούς που τα χρειάζονται, και γι’ αυτό η επιτροπή εξετάζει όλες τις πτυχές της απονομής προκειμένου να διασφαλιστεί η δικαιοσύνη. Συγκεκριμένα, εξετάζονται τα εξής επιδόματα: το επίδομα παιδιού που λαμβάνουν 605,000 οικογένειες, το επίδομα στέγασης που λαμβάνουν 238,000 οικογένειες και το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα που λαμβάνουν 185,000 δικαιούχοι.
Έχει παρατηρηθεί ότι ένα σημαντικό ποσοστό των δικαιούχων με χαμηλά εισοδήματα λαμβάνει δύο ή και τρία διαφορετικά επιδόματα. Για παράδειγμα, υπάρχουν οικογένειες που λαμβάνουν το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (ποσό ανάλογο του αριθμού των μελών του νοικοκυριού, μεταξύ 200 και 500 ευρώ το μήνα), το επίδομα παιδιού (ποσά που κυμαίνονται ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών) και το επίδομα στέγασης (220 ευρώ τον μήνα για οικογένειες που μένουν σε ενοίκιο).
Όσον αφορά το επίδομα παιδιού, εξετάζεται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης η δυνατότητα αύξησής του χωρίς να δημιουργηθούν δημοσιονομικά προβλήματα. Ειδικότερα, η αύξηση των μισθών έχει οδηγήσει πολλούς γονείς να υπερβαίνουν τα όρια εισοδηματικής επιλεξιμότητας για το επίδομα παιδιού, οπότε υπάρχει δυνατότητα αξιοποίησης του αποθεματικού πόρου για αύξηση του ποσού αυτού.
Αναθεωρούνται οι όροι για τη χορήγηση των επιδομάτων παιδιού, του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και της στέγασης.
Το επίδομα παιδιού σήμερα για το πρώτο και δεύτερο παιδί είναι 70 ευρώ, 42 ευρώ και 28 ευρώ ανάλογα με το εισόδημα, ενώ για το τρίτο και κάθε επόμενο παιδί είναι 140 ευρώ, 84 ευρώ και 56 ευρώ ανάλογα με το εισόδημα.
Οι όροι χορήγησης για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και το επίδομα στέγασης εξετάζονται λόγω της απόκρυψης εισοδημάτων από τους δικαιούχους, όπως αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεσή της. Το κόστος των επιδομάτων έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, και η τράπεζα ζητά από την κυβέρνηση να επανεξετάσει το μοντέλο χορήγησης των κοινωνικών επιδομάτων.
Η Κεντρική Τράπεζα συστήνει στην κυβέρνηση να επιδιώξει καλύτερο στόχευση των κοινωνικών δαπανών, ειδικά σε οικονομίες όπως η ελληνική, όπου υπάρχει εκτεταμένη απόκρυψη των εισοδημάτων. Προτείνεται να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια που υπερβαίνουν τις φορολογικές δηλώσεις για την αξιολόγηση της χορήγησης κοινωνικών επιδομάτων.
Αναθεωρούνται οι όροι για τη χορήγηση των επιδομάτων παιδιού, του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και της στέγασης.
Τα επιδόματα είναι ζωτικής σημασίας για τους Έλληνες. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ, χωρίς τα επιδόματα, ένας στους πέντε Έλληνες αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από οποιαδήποτε κοινωνική ενίσχυση ανέρχεται στο 45,1%. Μετά τις κοινωνικές ενισχύσεις, περιλαμβανομένων των επιδομάτων και των συντάξεων, μειώνεται σημαντικά στο 18,9%. Αυτό αποδεικνύει ότι τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου φτώχειας κατά 4,2 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ οι συντάξεις κατά 22,0 ποσοστιαίες μονάδες.
Οι σοφοί της Επιτροπής Πισσαρίδη καταγράφουν σαρωτικές αλλαγές στην Κοινωνική Πρόνοια, προτείνοντας την ενοποίηση όλων των επιδομάτων εκτός από εκείνα για ανεργία, αναπηρία και στέγαση που θα πληρώνονται σε αδύναμους οφειλέτες. Η πρότασή τους επισημαίνει την ανάγκη για ενοποίηση του συστήματος επιδομάτων με τη φορολογική διοίκηση, καθώς η διαχείριση τους είναι διασυνδεδεμένη. Αυτό θα επιτρέψει την αυτόματη επεξεργασία των επιδομάτων με βάση τη φορολογική δήλωση του ατόμου, χωρίς την ανάγκη για ξεχωριστή αίτηση. Επιπλέον, οι φορολογικές αρχές θα αξιολογούν τα φορολογικά στοιχεία άλλων μελών της οικογένειας προκειμένου να καταβάλλουν το επίδομα. Η εκταμίευση θα μπορεί να γίνεται κάθε μήνα, αναμένοντας την τελική φορολογική δήλωση για να διαμορφωθεί το τελικό υπόλοιπο.